Ιστορικά στοιχεία

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, απεσταλμένοι από τις Ελληνικές πόλεις – κράτη (Μίλητο, Χίο, Φώκαια, Ρόδο, Κνίδο, Αλικαρνασσό και άλλες) ίδρυσαν την πόλη Ναύκρατις στη δυτική πλευρά του Δέλτα του Νείλου,ύστερα από πρόσκληση του φαραώ, περί το 550 π.Χ.
Η Ναύκρατις ήταν η μοναδική ελληνική πόλη που ιδρύθηκε στην Αίγυπτο πριν από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.Ο φαραώ Άμασις επέτρεψε την ανάπτυξη του ξεχωριστού χαρακτήρα που είχε η Ναύκρατις, μία προνομιούχα κοινότητα σε μία αναπτυγμένη χώρα, και υποχρέωσε τους Έλληνες να εγκατασταθούν μόνο στην περιοχή αυτή, πιθανότατα για να μπορεί να τους ελέγχει ευκολότερα. Ο Ηρόδοτος περιγράφει τον Άμασις ως Ελληνολάτρη που είχε στην αυλή του πολλούς Έλληνες συμβούλους ανάμεσα τους τον Φάνη της Αλικαρνασσού με τον οποίο ήρθε τελικά σε σύγκρουση. Ο ίδιος ο Άμασις παντρεύτηκε μια Ελληνίδα πριγκίπισσα την Λαδίς, πραγματοποίησε συμμαχίες με τον τύραννο της Σάμου Πολυκράτη και τον βασιλιά της Λυδίας Κροίσο.
Η Ναύκρατις έγινε σταδιακά μια σπουδαία εμπορική αποικία των Ελλήνων. Οι έμποροί της φορολογούνταν για την εισαγωγή ελληνικών προϊόντων όπως ελαιόλαδο, ξυλεία, αργυρά, χρυσά και ξύλινα αντικείμενα, στην πόλη. Επίσης, φορολογούνταν και τα προϊόντα που παρήγαγαν οι ίδιοι οι κάτοικοι στη Ναύκρατη. Ήταν ίσως το πιο εμπορικό κέντρο της Μεσογείου στην εποχή του. Όποιος ήθελε κάποιο ξεχωριστό εμπόρευμα σταματούσε εδώ, γιατί μπορούσε να βρει κυριολεκτικά τα πάντα.
Οι νέες ανακαλύψεις της αρχαιολογικής σκαπάνης δείχνουν ότι η πόλη είχε διπλάσια έκταση από εκείνη που αρχικά υπολογιζόταν (600 αντί για 300 στρέμματα) ενώ, εκκινώντας από τον 7ο αιώνα π.Χ. και για τα επόμενα χίλια χρόνια, το λιμάνι αυτό έσφυζε από ζωή και συγκέντρωνε τον πλούτο όχι μονάχα της περιοχής, αλλά και ολόκληρης της ανατολικής Μεσογείου.
Περισσότερα από 10.000 έργα τέχνης που έχουν έρθει μέχρι στιγμής στο φως της ημέρας,αποκάλυψαν μια πληθώρα πληροφοριών για το εμπορικό λιμάνι που εδραίωσαν οι Αρχαίοι Έλληνες στην πόλη της Αρχαίας Αιγύπτου μεταξύ των οποίων υπολείμματα πλοίων, πήλινα ειδώλια και χάλκινα αφιερώματα στην Εορτή των Οινοφλύγων, που κατά τα φαινόμενα συγκέντρωνε πλήθη κόσμου και ήταν αφιερωμένο στους ναυτικούς– άλλωστε Ναύκρατις σημαίνει η «Κυρά που Εξουσιάζει τα Πλοία».
Εκτός αυτού όμως, ίσως εδώ εμφανίσθηκαν κάποιες από τις πρώτες πολυκατοικίες της Ιστορίας, καθώς ανασκάφηκαν πολυώροφα κτήρια-κατοικίες, που το ύψος τους ποίκιλλε από 3 έως και 6 ορόφους. Η Ναύκρατις υπήρξε μια μεγάλη κοσμοπολίτικη πόλη με ψηλά πλινθόκτιστα οικοδομήματα, επιβλητικά δημόσια κτήρια και πολλούς ναούς και ιερά, που περιέβαλαν ένα βουερό λιμάνι, με κάθε λογής πραμάτειες να καταφθάνουν συνεχώς από κάθε γωνιά της οικουμένης. Ο πληθυσμός της πόλης στην ακμή της υπολογίζεται σε 16.000 ψυχές, αν και, καθώς η Ναύκρατις ήταν κέντρο διέλευσης ταξιδιωτών, εμπόρων και προσκυνητών, αναλόγως της χρονικής συγκυρίας ήταν πολλαπλάσιο. Την εποχή του Άμασι ήταν ο μόνος επιτρεπτός εμπορικός κόμβος εισαγωγής προϊόντων με προέλευση το Αιγαίο.
Η Ναύκρατις ήταν φημισμένη για τα προϊόντα κεραμικής και ανθοκομικής τέχνης.Τα ιδιόρρυθμα αγγεία που κατασκευάστηκαν στην ελληνική αποικία και ονομάστηκαν από τους αρχαιολόγους ναυκρατικά, φέρουν τα στοιχεία της ανατολίζουσας τέχνης τους. Τα εν λόγω αγγεία θυμίζουν κάπως τα ροδιακά και έχουν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τη λευκή λεία επιφάνεια, πάνω στην οποία σχεδίαζαν ερυθροκίτρινα ή κοκκινωπά ζώα, με έντονες λεπτομερειακές γραμμές.
Φυσικά εκτός από υποχρεώσεις, η πόλη τους δελέαζε με τη διασκέδαση της εποχής.Ήταν διάσημη για τα περίτεχνα συμπόσιά της και τις όμορφες πόρνες (εταίραι).Εκεί καταγοητεύτηκε ο Χάραξος, αδερφός της ποιήτριας Σαπφούς, από τη Ροδόπη την οποία εξαγόρασε για να της χαρίσει την ελευθερία. Σ’ αυτήν γεννήθηκε και ο συγγραφέας Αθήναιος, σπουδαία προσωπικότητα της πόλης σύμφωνα με τον οποίο η ζωή στην Ναυκράτιδα είχε όλες τις ανέσεις και οι κάτοικοί της λάτρευαν την θεά Αφροδίτη.
Πρέπει να τονιστεί ότι ήταν διαφορετική από τις περισσότερες ελληνικές πόλεις και δε συνδεόταν με μία ή περισσότερες μητροπόλεις, καθώς αποτελούνταν αρχικά από εμπόρους που έρχονταν από διαφορετικές ελληνικές πόλεις που αργότερα ανέπτυξαν την πόλη Nαύκρατις, ξεχωριστά από την εμπορική παροικία. Στην πόλη υπήρχαν ξεχωριστές συνοικίες των Μιλησίων, των Σαμίων και των Αιγινητών ενώ οι άλλοι Έλληνες της πόλης ζούσαν ανάμεικτοι.
Ο κόσμος στη Ναύκρατις ήταν οργανωμένος γύρω από το κοινό ελληνικό ιερό Ελλήνιο και τα ξεχωριστά ιερά των Μιλήσιων, των Σαμιωτών και των Αιγινητών. Το “Ελλήνιον”(ναός στη Ναυκράτιδα της Αιγύπτου) είχε ιδρυθεί από κοινού από τη Χίο, την Τέω, τη Φώκαια, τις Κλαζομενές, τη Ρόδο, την Κνίδο, τη Φάσηλη και τη Μυτιλήνη. Συνολικά, 12 πόλεις μοιράζονταν το ιερό (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 2.178-179). Τα ιερά αυτά ήταν αναγνωρισμένα από τους Αιγύπτιους. Οι αξιωματικοί (προστάται) που διορίζονταν από τις εννέα ιδρυτικές πόλεις του “Ελλήνιον” σε περιόδους πολιτικών ταραχών χρησίμευε ως καταφύγιο των μιγάδων Ελλήνων και διαχειρίζονταν το “εμπόριον” τουλάχιστον από την εποχή του Άμασις. Οι έμποροι από τη Μίλητο, τη Σάμο και την Αίγινα έλεγχαν την αγορά και το εμπόριο στη Ναύκρατη, και κατ’ επέκταση το εμπόριο σε ολόκληρη την Αίγυπτο.
Από την Ναυκράτιδα καταγόταν ο κατά τους χρόνους του Μάρκου Αυρηλίου περίδοξος Γραμματικός Αθήναιος, ο συγγραφέας του επιγραφομένου βιβλίου «Δειπνοσοφισταί», ως και ο σύγχρονός του Ιούλιος Πολυδεύκης, ο οποίος συνέγραψε ενότητα δέκα βιβλίων υπό τον τίτλο «Ονομαστικόν».
Η ακμαία αυτή πόλη τιμήθηκε με Επισκοπικό Θρόνο από τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Κατά τους πρώτους βυζαντινούς χρόνους η Αίγυπτος διαιρούταν σε δέκα διοικήσεις, σύστημα που ακολούθησε και η Αλεξανδρινή Εκκλησία στην διάρθρωση των Επαρχιών της, όπως αναφέρεται στον αρχαιότατο κατάλογο των διαφόρων «Θρόνων των Εκκλησιών», τον ευρισκόμενο στο Συνοδικό του Βευερηγίου, όπως και στον από τον Γυάρο εκδοθέντα «Κωδινό του Κουροπαλάτου». Σύμφωνα με τα παραπάνω οι δέκα διοικήσεις (διοικητικώς και εκκλησιαστικώς) ήσαν: 1.Αιγύπτου Α’, 2.Αυγουσταμνικής Α’, 3.Αυγουσταμνικής Β’, 4.Αιγύπτου Β’, 5.Αρκαδίς, 6.Θηβαϊδος Α’, 7.Θηβαϊδος Β’, 8.Λιβύης Α’, 9.Λιβύης Πενταπόλεως Β’, και 10.Τριπόλεως Συρτική.
Στην διοίκηση της Αιγύπτου Α’ υπαγόταν ως υποδιοικήσεις η Αλεξάνδρεια, η Ερμούπολις, η Μετήλεως, η Βούτος, η Ψάνεως κώμη, η Κωπρίδεως κώμη, η Σάϊς, η Λεοντόπολις ή Λατόπολις, η Ναύκρατις, η Ανδρώ, η Νικίου κώμη, η Ζηνωνούπολις, η Πάφνα, η Όνουφις, η Ταύα, η Κλεοπατρίς, η Μαρεώτις, η Μενελαϊτών, η Σχεδιά, η Θερμουθίς, η Σόνδρα.
(Πηγή: https://arxaia-ellinika.blogspot.com και «Μελέται επί της Αλεξανδρινής Εκκλησίας» Γεωργίου Ι.Κηπιάδου, Άρχοντος Μ.Υπομνηματογράφου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας)
” Σήμερα η Ι.Μητρόπολη Ναυκράτιδος, ανασυσταθείσα ως εκκλησιαστική Μητροπολιτική Επαρχία του Αποστολικού και Πατριαρχικό Θρόνου Αλεξανδρείας διά του από 9ης Οκτωβρίου 2019 Πατριαρχικού και Συνοδικού Τόμου, έχει στην πνευματική δικαιοδοσία της την ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Αλεξανδρείας με Καθέδρα το κτιρικαό συγκρότημα του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου της ιστορικής συνοικίας Camp Cesar της Μεγάλης Πόλεως, πλησίον της συγχρόνου Βιβλιοθήκης Αλεξανδρείας”.

